Ένας Κρητικός ταξιδεύει στην Αθήνα και, κουρασμένος, αποκοιμιέται στο ταξί. Ξυπνώντας πάνω σε μια γέφυρα, βλέπει τα αυτοκίνητα από κάτω και αναφωνεί:
«Ωχ, τα ταξί εδώ πετάνε!»
Επιστρέφοντας στο χωριό, το διηγείται στο καφενείο, αλλά κανείς δεν τον πιστεύει. Ένας φίλος του, αποφασισμένος να αποδείξει το αντίθετο, πηγαίνει στην Αθήνα. Μπαίνει σε ταξί και ο οδηγός τον ρωτά:
«Φίλε, πού να σε πετάξω;»
Ο Κρητικός, τρομοκρατημένος, απαντά:
«Κουμπάρε, το γαμ… δεν το γλιτώνω που δεν το γλιτώνω, πέτα χαμηλά τουλάχιστον, να μην σκοτωθούμε κιόλας!»
Καθώς το ταξί “πετάει”, προσγειώνεται σε ένα ερημικό νησί. Εκεί, ο Κρητικός βρίσκει ένα μαγικό λυχνάρι. Το τρίβει και εμφανίζεται ένα τζίνι που του προσφέρει μία ευχή. Ο Κρητικός σκέφτεται και λέει:
«Θέλω να γυρίσω πίσω στο χωριό μου!»
Το τζίνι τον στέλνει πίσω, αλλά με μια μικρή καθυστέρηση. Τρία χρόνια αργότερα, ο Κρητικός ακούει χτύπο στην πόρτα. Ανοίγει και βλέπει το ίδιο σαλιγκάρι που είχε πετάξει μακριά πριν από χρόνια. Το σαλιγκάρι τον κοιτάζει και λέει:
«Τι στο καλό σε έπιασε;»