Σε μεγάλη αστυνομική επιχείρηση που διεξήχθη από την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος, οι Αρχές προχώρησαν στη σύλληψη 23 ατόμων, αποκαλύπτοντας τρεις εγκληματικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνταν στην αρχαιοκαπηλία. Οι συλληφθέντες κατηγορούνται για παράνομες ανασκαφές σε δεκάδες σημεία κοντά σε αρχαιολογικούς χώρους σε Θεσσαλονίκη, Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλία και Αρκαδία.
Συστηματική δράση και οργανωμένη δομή
Οι οργανώσεις λειτουργούσαν με αυστηρή ιεραρχία και συγκεκριμένο modus operandi, πραγματοποιώντας παράνομες ανασκαφές σε περισσότερα από 30 σημεία, επιλέγοντας περιοχές με υψηλή πιθανότητα εύρεσης αρχαιοτήτων. Ορισμένα από τα ευρήματα κατέληγαν σε αγοραστές εντός Ελλάδας, ενώ άλλα διοχετεύονταν σε αγορές του εξωτερικού.
Ο «εγκέφαλος» μιας από τις ομάδες ήταν γνωστός στις Αρχές για προηγούμενες υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας. Χρησιμοποιώντας ένα ευρύ δίκτυο επαφών, φέρεται να είχε οργανώσει τουλάχιστον μία μεταφορά αρχαίων αντικειμένων προς τη Γερμανία.
Μυστικοί κώδικες και αντιπαρακολούθηση
Για να αποφύγουν την ανίχνευση, τα μέλη του κυκλώματος υιοθετούσαν πρακτικές αντιπαρακολούθησης, πραγματοποιώντας τις συναντήσεις τους σε απομονωμένες τοποθεσίες. Παράλληλα, στις επικοινωνίες τους χρησιμοποιούσαν κωδικές ονομασίες για τις παράνομες δραστηριότητές τους:
- «Ψαχτήρια»: Άτομα που πραγματοποιούσαν τις ανασκαφές.
- «Κοπή ξύλων»: Αναφορά στη διαδικασία της λαθρανασκαφής.
- «Κάτι ψιλά»: Περιγραφή αρχαιοτήτων μικρής αξίας.
- «Ξύλα και κρασιά»: Κωδική ονομασία για αρχαία μνημεία.
- «Μπιχλιμπίδια»: Χαρακτηρισμός αρχαίων νομισμάτων.
Κατασχεμένα αντικείμενα και επόμενα βήματα
Στην κατοχή των συλληφθέντων βρέθηκαν αρχαία νομίσματα, κομμάτια αμφορέων, καθώς και εξοπλισμός κατάλληλος για ανασκαφές, όπως ανιχνευτές μετάλλων. Οι 14 από τους κατηγορούμενους οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα Θεσσαλονίκης, ενώ οι έρευνες συνεχίζονται προκειμένου να αποκαλυφθεί το πλήρες δίκτυο της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων.