Γιατί δεν μπορούμε να γαργαλήσουμε τον εαυτό μας; Η εξήγηση της νευροεπιστήμης

Έχετε ποτέ προσπαθήσει να γαργαλήσετε τον εαυτό σας χωρίς επιτυχία; Αν ναι, δεν είστε οι μόνοι! Ο λόγος που δεν μπορούμε να νιώσουμε γαργαλητό όταν το προκαλούμε εμείς οι ίδιοι βρίσκεται βαθιά στη λειτουργία του εγκεφάλου μας. Οι επιστήμονες εξηγούν ότι ο εγκέφαλος προβλέπει εκ των προτέρων τις κινήσεις μας, μειώνοντας έτσι την αίσθηση του γαργαλητού.

Ο εγκέφαλος ως μηχανισμός πρόβλεψης

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος δεν λειτουργεί μόνο ως ένα κέντρο αντίδρασης στα ερεθίσματα, αλλά και ως ένας ισχυρός μηχανισμός πρόβλεψης. Σύμφωνα με τον νευροεπιστήμονα Ντέιβιντ Ίγκλμαν από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, ο εγκέφαλος προσπαθεί συνεχώς να «μαντέψει» το μέλλον, προετοιμάζοντας το σώμα μας για τις αισθήσεις που πρόκειται να βιώσει.

Όταν εκτελούμε μια κίνηση, όπως το να αγγίξουμε το δέρμα μας, ο πρωτογενής κινητικός φλοιός του εγκεφάλου στέλνει σήματα σε διάφορες περιοχές, συμπεριλαμβανομένου του σωματαισθητικού φλοιού (ο οποίος επεξεργάζεται τις αισθητηριακές πληροφορίες) και του οπτικού φλοιού (που επεξεργάζεται την όραση). Με αυτόν τον τρόπο, ο εγκέφαλος είναι ήδη προετοιμασμένος για την αίσθηση που θα προκύψει, γεγονός που την κάνει λιγότερο έντονη.

Γιατί το γαργαλητό απαιτεί το στοιχείο της έκπληξης

Η νευροεπιστήμονας Κωνσταντίνα Κιλτένη από το Ινστιτούτο Καρολίνσκα στη Στοκχόλμη έχει μελετήσει τον τρόπο που ο εγκέφαλος αντιλαμβάνεται το άγγιγμα. Οι έρευνες της δείχνουν ότι οι άνθρωποι βιώνουν το αυτοπροκαλούμενο άγγιγμα ως λιγότερο έντονο σε σχέση με ένα άγγιγμα από κάποιον άλλο.

Ο εγκέφαλος υποβαθμίζει τις αισθήσεις που προέρχονται από το ίδιο μας το σώμα, καθώς είναι προβλέψιμες. Αντίθετα, τα εξωτερικά ερεθίσματα αντιμετωπίζονται με μεγαλύτερη προσοχή, καθώς μπορεί να σχετίζονται με πιθανές απειλές. Για παράδειγμα, όταν περπατάμε, ο εγκέφαλος μειώνει την ένταση του ήχου από τα δικά μας βήματα, αλλά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στον ήχο κάποιου που περπατά πίσω μας.

Το γαργαλητό βασίζεται ακριβώς σε αυτό το στοιχείο της απρόβλεπτης αίσθησης. Όταν κάποιος άλλος μας γαργαλάει, δεν γνωρίζουμε ακριβώς τη στιγμή και τον τρόπο που θα το κάνει, οπότε η αίσθηση είναι πολύ πιο έντονη. Αντίθετα, όταν προσπαθούμε να γαργαλήσουμε τον εαυτό μας, ο εγκέφαλος έχει ήδη υπολογίσει την κίνηση και «ακυρώνει» το γαργαλητό.

Οι εξαιρέσεις: Όταν κάποιος μπορεί να αυτογαργαληθεί

Ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να γαργαλήσουν τον εαυτό τους, υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις. Οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει ότι άτομα που πάσχουν από σχιζοφρένεια μπορεί να βιώνουν το αυτογαργαλητό.

Ο Ίγκλμαν εξηγεί ότι αυτό σχετίζεται με τον τρόπο που ο εγκέφαλος των ατόμων αυτών διαχειρίζεται τις προβλέψεις και τις αισθητηριακές πληροφορίες. Η σχιζοφρένεια συχνά επηρεάζει την ικανότητα διάκρισης μεταξύ των ενεργειών που προέρχονται από τον ίδιο τον άνθρωπο και αυτών που προέρχονται από εξωτερικούς παράγοντες. Ως αποτέλεσμα, οι προβλέψεις του εγκεφάλου δεν λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο, επιτρέποντας στα άτομα αυτά να γαργαληθούν μόνα τους.

Συμπέρασμα

Η αδυναμία μας να αυτογαργαληθούμε δεν είναι τυχαία, αλλά αποτέλεσμα της εξελιγμένης λειτουργίας του εγκεφάλου μας. Ο μηχανισμός πρόβλεψης που διαθέτουμε μας επιτρέπει να μειώνουμε την ένταση των ερεθισμάτων που προέρχονται από τις δικές μας κινήσεις, δίνοντας μεγαλύτερη προσοχή σε εξωτερικά ερεθίσματα που μπορεί να είναι σημαντικά για την επιβίωσή μας. Έτσι, την επόμενη φορά που κάποιος θα σας γαργαλήσει και δεν θα μπορείτε να σταματήσετε να γελάτε, θα ξέρετε ακριβώς τον λόγο!