Εντυπωσιακό μέγεθος λαμβάνει το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας, με το κράτος να συγκεντρώνει πολλαπλάσια ποσά από τον στόχο. Πού βασίζεται όμως αυτό το «οικονομικό θαύμα»; Οι αριθμοί λένε άλλη αλήθεια από τις κυβερνητικές δηλώσεις.
Παρά την επιβράδυνση στους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας –όπως αποτυπώνεται στα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία– τα δημόσια οικονομικά παρουσιάζουν εξαιρετική εικόνα, τουλάχιστον όσον αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού για το διάστημα Ιανουαρίου – Μαΐου 2025, το πρωτογενές πλεόνασμα ανήλθε στα 5,35 δισεκατομμύρια ευρώ. Το ποσό αυτό ξεπερνά κατά 4,3 δισ. ευρώ τον στόχο που είχε τεθεί για την ίδια περίοδο!
Πρόκειται για επίδοση που αντιστοιχεί ήδη στο 1,8% του ΑΕΠ, ποσοστό που ολόκληρος ο ετήσιος προϋπολογισμός είχε θέσει ως στόχο για το 2025. Επιπλέον, το συνολικό ισοζύγιο του προϋπολογισμού παρουσίασε πλεόνασμα 1,88 δισ. ευρώ, την ώρα που είχε προβλεφθεί έλλειμμα 535 εκατ. ευρώ!
Πού οφείλεται αυτή η εντυπωσιακή «υπερ-επίδοση»;
Αναλύοντας τη σύνθεση του πλεονάσματος, γίνεται ξεκάθαρο ότι:
- Το 63% προέρχεται από περικοπές στις κρατικές δαπάνες.
- Μόλις το 37% προκύπτει από αύξηση των φορολογικών και λοιπών εσόδων.
🔍 Πιο συγκεκριμένα:
- Οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθαν σε 27,1 δισ. ευρώ, δηλαδή ήταν μειωμένες κατά 2,72 δισ. σε σχέση με τον προϋπολογισμένο στόχο των 29,8 δισ. ευρώ.
- Τα φορολογικά έσοδα σημείωσαν υπέρβαση 1,72 δισ. ευρώ, ενώ τα καθαρά έσοδα συνολικά ξεπέρασαν τον στόχο κατά 1,64 δισ. ευρώ.
Καταρρίπτεται ο μύθος της πάταξης της φοροδιαφυγής
Η κυβέρνηση αποδίδει τη δημοσιονομική υπεραπόδοση στη βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης και στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Όμως τα στοιχεία αποκαλύπτουν διαφορετική πραγματικότητα:
- Η κύρια «πηγή» του πλεονάσματος είναι οι μειωμένες κρατικές δαπάνες, όχι η αύξηση των φορολογικών εσόδων. Η αναλογία είναι περίπου 4 προς 6 υπέρ των περικοπών.
- Ακόμα και η αύξηση στα φορολογικά έσοδα δεν αποδίδεται αποκλειστικά στην πάταξη της φοροδιαφυγής. Άλλοι παράγοντες παίζουν ρόλο, όπως η διατήρηση υψηλών φορολογικών συντελεστών και η σταδιακή –αν και περιορισμένη– αύξηση του κατώτατου μισθού, που οδηγούν σε μεγαλύτερες αποδόσεις φόρων, χωρίς όμως να σημαίνει πως το φαινόμενο της φοροδιαφυγής έχει εξαλειφθεί.
Συμπέρασμα:
Η θεαματική δημοσιονομική εικόνα της χώρας φαίνεται πως δεν προκύπτει από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ή ουσιαστική φορολογική δικαιοσύνη, αλλά από συγκρατημένες – αν όχι περιοριστικές – δαπάνες. Τα δημόσια οικονομικά εμφανίζονται ισχυρά, αλλά το τίμημα πληρώνεται με μειωμένες δαπάνες σε κρίσιμους τομείς όπως η Υγεία, η Παιδεία και η Κοινωνική Πρόνοια.