Ανακοινώθηκαν επίσημα από το Υπουργείο Παιδείας τα ξένα Πανεπιστήμια που κατέθεσαν αιτήσεις για να ιδρύσουν παραρτήματα στην Ελλάδα. Συνολικά, 12 ιδρύματα θα ξεκινήσουν τη λειτουργία τους από το ακαδημαϊκό έτος 2025-2026, ενώ ένα επιπλέον προγραμματίζεται να ακολουθήσει ένα χρόνο αργότερα. Ωστόσο, αυτό που προκαλεί εντύπωση δεν είναι ποιοι έρχονται, αλλά… ποιοι λείπουν.
Ποιοι Πανεπιστημιακοί Οργανισμοί Έκαναν το Βήμα
Οι περισσότερες από τις αιτήσεις προέρχονται από βρετανικά και κυπριακά ιδρύματα που ήδη συνεργάζονται με ελληνικά κολέγια. Τα συνεργαζόμενα κολέγια πρόκειται να αναβαθμιστούν σε καθεστώς πανεπιστημιακού παραρτήματος, αλλά χωρίς αλλαγές στις εγκαταστάσεις ή στο διδακτικό προσωπικό, καθώς αυτό θα παραμείνει ανεξάρτητο από το μητρικό ίδρυμα.
Η δυναμική αυτή οφείλεται εν μέρει στην πίεση που ασκεί το Brexit στα βρετανικά Πανεπιστήμια, τα οποία βλέπουν τους διεθνείς φοιτητές να μειώνονται, αλλά και στην επιθυμία των κυπριακών Πανεπιστημίων να διατηρήσουν την πρόσβασή τους στους Έλληνες φοιτητές — οι οποίοι αποτελούν το 40% των εγγεγραμμένων τους.
Ηχηρές Απουσίες και Μικρή Αγορά
Παρά τις προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν από κυβερνητικά στελέχη τους προηγούμενους μήνες, καμία από τις κορυφαίες παγκοσμίως ακαδημαϊκές σχολές, όπως το Harvard ή το MIT, δεν συγκαταλέγεται στους ενδιαφερόμενους. Η απουσία αυτή δεν προκαλεί έκπληξη στους αναλυτές: η ελληνική αγορά θεωρείται μικρή και περιορισμένου ενδιαφέροντος για τα μεγαλύτερα και οικονομικά ισχυρότερα Πανεπιστήμια, τα οποία επιλέγουν χώρες με μεγαλύτερες επενδυτικές δυνατότητες, όπως οι αραβικές χώρες.
Η Κατάταξη των Πανεπιστημίων που Έρχονται
Η αξιολόγηση των Πανεπιστημίων βασίστηκε κυρίως στην κατάταξη Webometrics, καθώς περιλαμβάνει σχεδόν όλους τους φορείς της λίστας. Παράλληλα, αναλύθηκαν και δεδομένα από άλλους δείκτες κατάταξης, για μια πιο αντικειμενική εικόνα.
Σύμφωνα με τα δεδομένα, το University of York βρίσκεται στην κορυφή μεταξύ των νέων φορέων που θα δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα, ξεπερνώντας ακόμα και το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών σε πολλές λίστες. Στις πρώτες θέσεις συναντάμε επίσης τα University of Essex, Open University και University of Keele. Μαζί με 7 ελληνικά ΑΕΙ, αυτά τα ιδρύματα βρίσκονται εντός των πρώτων 1.000 της παγκόσμιας κατάταξης.
Παραρτήματα χωρίς την… Ψυχή του Πανεπιστημίου
Η σύγκριση μεταξύ ξένων και ελληνικών Πανεπιστημίων εγείρει ζητήματα αξιοπιστίας και ισοδυναμίας. Τα παραρτήματα που θα λειτουργούν στην Ελλάδα δεν θα μεταφέρουν το ερευνητικό έργο, ούτε το κύρος του ακαδημαϊκού προσωπικού των μητρικών Πανεπιστημίων. Ουσιαστικά, μόνο το πρόγραμμα σπουδών και η διοικητική δομή θα παραμένουν κοινά. Η επιστημονική παραγωγή, η διδασκαλία από τους ίδιους καθηγητές και η πανεπιστημιακή κουλτούρα δύσκολα μεταφέρονται, κάτι που σημαίνει πως οι παραρτήσεις δεν μπορούν να αξιολογηθούν στο ίδιο επίπεδο με τα ιδρύματα-μητέρες τους.
Νέο Καθεστώς και Ακαδημαϊκή Αναγνώριση
Μέχρι σήμερα, τα κολέγια που συνεργάζονταν με ξένα Πανεπιστήμια παρείχαν επαγγελματικά δικαιώματα στους αποφοίτους τους, αλλά όχι ακαδημαϊκή αναγνώριση. Δηλαδή, οι απόφοιτοι μπορούσαν να εργαστούν σε τομείς όπως οι πολιτικοί μηχανικοί, αλλά όχι να συνεχίσουν μεταπτυχιακές σπουδές σε ελληνικά ΑΕΙ. Πλέον, αυτό αλλάζει: με την ίδρυση των παραρτημάτων, οι τίτλοι σπουδών θα αναγνωρίζονται πλήρως από το ελληνικό κράτος.
Αυτό αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία δεδομένου ότι υπάρχουν ακόμη ελληνικά δημόσια Πανεπιστήμια των οποίων τα πτυχία δεν είναι πλήρως αναγνωρισμένα από το κράτος — όπως τρία Τμήματα Μηχανικών και άλλα δεκαοκτώ που βρίσκονται σε διαδικασία αναγνώρισης.
Έλεγχος και Προοπτικές
Ένα από τα θετικά της νέας ρύθμισης είναι ότι τα παραρτήματα θα υπόκεινται σε εποπτεία, όπως και τα ελληνικά ΑΕΙ, από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ). Μέχρι σήμερα, τα κολέγια λειτουργούσαν σε μια γκρίζα ζώνη, χωρίς να λογίζονται επισήμως ως Πανεπιστήμια και χωρίς ουσιαστικό έλεγχο από θεσμικά όργανα.
Το μέλλον αυτής της εξέλιξης θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από την κατεύθυνση που θα δώσει η εκάστοτε κυβέρνηση στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Αν τα δημόσια Πανεπιστήμια συνεχίσουν να υποχρηματοδοτούνται, η ποιοτική τους φθορά θα οδηγήσει πολλούς φοιτητές στην αγκαλιά των ιδιωτικών φορέων. Αν, αντιθέτως, ενισχυθούν με πόρους και στήριξη, μπορούν να παραμείνουν εστίες ακαδημαϊκής αριστείας.
Η μέχρι τώρα εμπειρία έχει δείξει ότι οι Έλληνες απόφοιτοι έχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στο εξωτερικό. Το ζήτημα είναι αν θα έχουν σύντομα το ίδιο πλεονέκτημα και μέσα στη χώρα τους.